- ντέρμπυ
- το άκλ. спорт, дерби
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ντέρμπι — (αγγλ. derby). Ιπποδρομίες καλπασμού που διεξάγονται κάθε χρόνο τον Μάιο ή τον Ιούνιο στον ιππόδρομο του Έψομ της κομητείας Σάρεϊ της Αγγλίας, με μήκος διαδρομής ενάμισι μίλι. Το ν. (αρχικά ήταν ένα μόνο μίλι) καθιερώθηκε το 1780 από τον… … Dictionary of Greek
ντοκιμαντέρ — Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την κινηματογραφική κριτική ως επίθετο. Τον δημιούργησε ο Τζον Γκρίρσον, ο οποίος, το 1926, στην κριτική του για την ταινία Μοάνα του Ρόμπερτ Φλάερτι, που δημοσίευσε στην εφημερίδα Sun της Νέας Υόρκης,… … Dictionary of Greek